Κατερίνα Διδασκάλου: Life within act
“Έχει καταπληκτική φωνή”, είναι το πρώτο πράγμα που άκουσα από δίπλα μου, μόλις βγήκε στη σκηνή. Πράγματι! Όμως αυτή η γυναίκα δεν μιλάει μόνο με τη φωνή της, αλλά και με τα χέρια της, τα μάτια της, το σώμα της, όλα πάνω της είναι έκφραση. Στην περίπτωσή της τα γνωστά κλισέ (όμορφη, πετυχημένη…) δεν αρκούν. Γι΄αυτό και θα πω πως η Κατερίνα Διδασκάλου είναι μία αληθινή θεατρίνα. Ναι, αυτή είναι η σωστή λέξη για να την περιγράψεις.
Η συνάντησή μας έγινε την παραμονή της πρεμιέρας και δεν μπορούσα να μην τη ρωτήσω για το πώς νιώθει. Τρομερή αγωνία και πίεση όπως πάντα, δεν νομίζω ότι θα αλλάξει ποτέ αυτό.
Μιλήστε μας για το ρόλο σας στην παράσταση. Τι σας γοητεύει σ’ αυτόν;
Είναι ένας σταθμός για μένα, ένας πολύ φρέσκος μονόλογος που δεν έχει ξαναπαιχτεί, άρα δεν υπάρχει προηγούμενο. Αυτός ο ρόλος, που είναι από έργο του νέου ελληνικού θεάτρου, μου επιτρέπει να εξερευνήσω καινούργιους τρόπους παιξίματος. Τώρα έχω την ευκαιρία να ‘βγω’ τελείως διαφορετική από αυτό που μ’ έχει συνηθίσει ο κόσμος είτε στην τηλεόραση είτε στο θέατρο. Πέρυσι έκανα Λαίδη Τσάτερλι…
Με ποιο τρόπο διαφορετική;
Έχει πάρα πολύ χιούμορ, για πρώτη φορά κάνω τον κόσμο να γελάει. Το έκανα τρεις μέρες σε αναλόγιο και δεν φαντάζεσαι την ευχάριστή μου έκπληξη όταν έπρεπε να σταματήσω να μιλάω, επειδή ο κόσμος γελούσε. Ομολογώ πως έχω πάρει πολλές χαρές σαν ηθοποιός και σαν άνθρωπος νιώθω τυχερή. Συνήθως, όμως, ο κόσμος μου λέει συγκινήθηκα, ερωτεύτηκα κλπ. Το να τους βλέπεις, όμως, να γελάνε ήταν για μένα αποκάλυψη, το βρήκα καταπληκτικό. Αυτό ναι είναι κάτι πολύ διαφορετικό που μου συμβαίνει μ’ αυτό εδώ το έργο.
Η ηρωίδα σας διηγείται την ιστορία της μέσα από μια διαδρομή γνώσης, συνειδητοποίησης και ψευδαισθήσεων. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτήν.
Η Ερατώ είναι μια γυναίκα από την Πρέβεζα που παντρεύται για να ξεφύγει και να ζήσει στην Αθήνα. Νιώθει πως θα ελευθερωθεί, όμως δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, ώσπου μετακομίζει στο από πάνω της διαμέρισμα μια πόρνη κι αυτό ταράζει τα νερά αρχίζοντας να της δίνει καινούργιες σταθερές για τη ζωή. Στο έργο η έννοια του τόπου έχει μια ιδιαίτερη σημασία, συμβολική. Η ελληνική επαρχία με τα ταμπού και τις προκαταλήψεις ιδωμένα από τις προσδοκίες που γεννά η φυγή και η συνειδητοποίηση ότι από τις ρίζες σου δεν ξεφεύγεις όσο μακριά και να τρέξεις.
Ισχύει αυτό, ότι είμαστε, δηλαδή, απελπιστικά καθηλωμένοι στον τόπο της γέννησής μας;
Ο Καβάφης λέει «η πόλις θα σε ακολουθεί». Πράγματι, οι ρίζες μας μάς ακολουθούν και στη δική μου περίπτωση έτσι έγινε. Μην ξεχνάς ότι έχω ζήσει δέκα χρόνια στη Νέα Υόρκη. Είναι σαν το δέρμα μας που το κουβαλάμε σε όλη μας τη ζωή, όμως πρέπει πάντα να είμαστε ανοιχτοί σε καινούργια πράγματα.
Αυτή είναι τέταρτη φορά που ‘τολμάτε’ έναν μονόλογο στην καριέρα σας…
Είναι πολύ ενδιαφέρον πράγμα ο μονόλογος. Από τη μία είναι δύσκολο, από την άλλη είσαι εσύ. Γιατί όταν είσαι με το συνάδελφο, διστάζεις να κάνεις κάτι τολμηρό και καινούργιο μήπως τον πετάξεις έξω. Όταν, όμως, είσαι εσύ και ο ‘Θεός’ πάνω στη σκηνή, νιώθεις ελεύθερος να δοκιμάσεις καινούργια πράγματα. Σαν ένα παιχνίδι με τον εαυτό σου, που σε κάνει να αναμετριέσαι μαζί του και να προσπαθείς να τον ξεπεράσεις κάθε μέρα.
Πώς αποφασίσατε να γίνετε ηθοποιός;
Στα δεκαεφτά μου ήξερα ότι αυτό θα είμαι στη ζωή μου, έτσι μπήκα στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Παράλληλα φοιτούσα και στη Φιλοσοφική, χατίρι στη μαμά μου περισσότερο, η οποία το πρώτο που μου είπε όταν είπα ότι θα γίνω ηθοποιός ήταν «θα πάνε άδικα τόσο καλοί βαθμοί». Εντάξει καλό ήταν μιλάω σωστά ελληνικά.
Ύστερα Columbia University;
Άφησα συμβόλαιο με το Εθνικό για να φύγω και οι καθηγητές μου με απέτρεπαν. «Εσύ σε δύο χρόνια θα είσαι η νέα πρωταγωνίστρια του Εθνικού» μου λέγανε.
Εσείς, όμως, όχι μόνο φύγατε, αλλά ζήσατε εκεί για μια δεκαετία. Τι διαπιστευτήρια σας έδωσε η Νέα Υόρκη;
Πολλά ομολογουμένως και το είδα αυτό αργότερα. Μπορώ να παίξω αγγλικά και γαλλικά και αυτό το κατάκτησα στη Νέα Υόρκη. Είναι άλλο να μιλάς μια γλώσσα και άλλο να ‘παίζεις’ σ’ αυτήν. Επιπλέον μου άνοιξε τεράστιους αισθητικούς ορίζοντες η Νέα Υόρκη, όπως και να το κάνουμε είναι μια πόλη μαγική. Ήδη από τότε που βρισκόμου εκεί, η πόλη αυτή είχε συγκεντρώσει το Λονδίνο, το Παρίσι, την Αθήνα, την Ινδία, το Πεκίνο, όλα.
Μετράτε πολλά χρόνια πάνω στη σκηνή. Σκεφτήκατε ποτέ να τα παρατήσετε;
Ποτέ! Νομίζω ότι θα το είχα κάνει, αν είχε βρεθεί ένας άνθρωπος να μου πει δεν κάνεις γι’ αυτή τη δουλειά. Σαν ηθοποιός περνάς πολύ ωραίες, αλλά και δύσκολες στιγμές, έρχεσαι αντιμέτωπος με την απόρριψη, όμως αυτό δεν θα με έκανε να τα παρατήσω.
Ποιος είναι ο χειρότερος φόβος σας για το μέλλον και ποια η μεγαλύτερη ελπίδα σας;
Δεν θα ήθελα ποτέ να χάσω την αυτάρκειά μου. Θα ήθελα να εξυπηρετούμαι μόνη μου και να παίζω μέχρι να έρθει η ώρα να φύγω. Αυτός είναι ο φόβος μου, η ελπίδα μου και η προσευχή μου, να μην σταματήσω ποτέ να παίζω. Η δουλειά του ηθοποιού κρύβει μια ματαιοδοξία, αυτή είναι και η φήμη που ακολουθεί τις πολύ όμορφες γυναίκες.
Εσείς έχετε καταφέρει να απαλλαγείτε από αυτό που αποκαλούμε ναρκισσισμό;
Αν υπάρχει ένας ορισμός για το τι σε κάνει καλό ηθοποιό πέρα από το κυνήγι της αλήθειας -που έρχεται πρώτο-, είναι η απαλλαγή από ναρκισσισμό. Αυτό στη δική μου καριέρα ήρθε πριν από πέντε χρόνια με την παράσταση «Το Κορμί» του Louis Alfaro, για το οποίο ο μακαρίτης Γιάννης Βαρβέρης είχε γράψει «…η Διδασκάλου απαλλαγμένη από κάθε ναρκισσισμό». Αυτή είναι και η καλύτερη κριτική που είχα ποτέ, γιατί είναι μεγάλη υπόθεση να απαλλαγείς από το ναρκισσισμό ειδικά πάνω στη σκηνή και όσο νωρίτερα το πετυχαίνεις σαν άνθρωπος και σαν ηθοποιός, τόσο καλύτερα.
Οι κριτικές σάς επηρεάζουν;
Έχω σταθεί τυχερή από τα σχόλια του κοινού, αλλά και στις κριτικές από τους επαΐοντες. Από τότε, όμως, που το marketing άρχισε να εμπλέκεται στις κριτικές, δεν ασχολούμαι καθόλου. Αυτό που πραγματικά μετράει για μένα είναι ο κόσμος που έρχεται και σε πληρώνει για να σε δει, πηγαίνει στο σινεμά, περιμένει το σίριαλ που παίζεις κάθε εβδομάδα.
Είναι απειλητικά ζορισμένα τα πράγματα. Όμως μέσα σ’ αυτές τις συνθήκες το θέατρο και ο κινηματογράφος γνωρίζουν μια νέα δυναμική, οι καλές παραστάσεις ‘γεμίζουν’.
Ο κόσμος διαλέγει το θέατρο, γιατί είναι μια καλή και προσιτή διασκέδαση. Το κοινό καταλαβαίνει την καλή παράσταση, ακόμα κι αν μπει σε μια κακή παράσταση λόγω της μεγάλης προβολής, θα το πει. Το καλό θέατρο είναι μια ευκαιρία να αλλάξει λίγο η ζωή σου. Λένε οι Ινδοί πως η ζωή μας είναι όπως το τέλος ενός παραμυθιού που μόλις έχουμε διαβάσει, είναι πολύ σημαντικό να μπορείς να λες μερικές καλές ιστορίες. Η «Πόρνη από πάνω» παίζεται σ’ έναν ιστορικό χώρο, όπως το Καφεθέατρο, όμως παράλληλα η ατμόσφαιρα είναι ευχάριστη, ανάλαφρη… Το Καφεθέατρο είναι ένας χώρος που συνδυάζει το σεβασμό για το θέατρο και την ‘ανάσα’ του να πιεις ένα ποτό παρακολουθώντας την παράσταση. Ο κόσμος μπορεί να διασκεδάσει με την κυριολεκτική έννοια του όρου. Το Σάββατο κάνω διπλή, μεταμεσονύχτια. Είναι η τρίτη σεζόν και μαζεύουν ένα εντελώς διαφορετικό είδος κοινού και είναι γιορτινό πολύ. Και με 20€ να δεις θέατρο, να πιεις ένα ποτό και να μετακινηθείς είναι πολύ προσιτό. Έτσι κι αλλιώς το θέμα είναι να σε σεβαστεί ο θεατής, επειδή αυτό που βλέπει εκεί πάνω τον κρατάει, τον ταξιδεύει και τον συνεπαίρνει, αυτό θέλω πάντα.
Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας θεατρικοί συγγραφείς;
Ο παππούς μας, ο Ευριπίδης, μου αρέσει πολύ και ετοιμάζομαι να κάνω κι έναν μονόλογο βασισμένο σε γυναικείους μονολόγους του Ευριπίδη. Επίσης, ο Tennessee Williams, ο δικός μας ο Αντώνης Τσιπιανίτης, του οποίου το έργο κάνω φέτος και νιώθω πολύ τυχερή που μου το εμπιστεύθηκε.
Βεατρίκη Θεοδωράτου
ΚΑΦΕΘΕΑΤΡΟ, Kοδριγκτώνος 2, Πεδίον του Άρεως
Τετ. 20.30, Πέμ. 20.30, Παρ. 21.30, Σάβ. 21.30 και 24.00 μεταμεσονύκτια, Κυρ. 20.30