Άκης Πετρετζίκης: Τhe Master chef
O Έλληνας…Jamie Oliver εξηγεί γιατί η φάβα με…αφρό είναι πλέον passé.
Τι σημαίνει γκουρμέ για σένα;
Το νόστιμο. Όλα τα υλικά είναι μοναδικά, κανένα δεν υπερέχει κανενός. Μία πανσέτα, ένα μοσχαρίσιο φιλέτο, έχουν αξεπέραστη γεύση, αν τους δώσεις σημασία. Θέλω να πω πως σημασία έχει ο μάγειρας και το πώς διαχειρίζεται τα αγαθά του. Δεν υπάρχει γκουρμέ και μη γκουρμέ υλικό.
Τότε γιατί κάποια εστιατόρια έχουν τόσο υψηλές τιμές;
Σε αυτές τις περιπτώσεις, πληρώνεις άλλα πράγματα. Το εστιατόριο είναι ολόκληρο θέαμα, δεν είναι απλά τρώω-χορταίνω-φεύγω. Πηγαίνεις να χαρείς το φαγητό, το χώρο, τη μουσική, διασκεδάζεις. Αν σου χρεώνουν 30 ευρώ μόνο το πιάτο, και χωρίς να σου προσφέρουν κάτι από τα παραπάνω, δεν υπάρχει λόγος να πηγαίνεις. Το πιάτο από μόνο του δεν κοστίζει τόσο.
Οπότε υπήρξαν πολλά υπερεκτιμημένα restaurants;
Φυσικά. Υπήρχε μία περίοδος που έγινε το μεγάλο «μπαμ» και όλοι προσπαθούσαν να φτιάξουν τη φάβα με αφρό. Δεν είχαν την υποδομή και δεν σκέφτονταν αν όντως ταίριαζε. Αυτά κατέστρεψαν την κουζίνα μας.
Θεωρείς ότι έρχεται το τέλος των παραπάνω;
Του υπερτιμημένου ναι, του ακριβού και γκουρμέ όχι. Μπορεί πια ο κόσμος να μην έχει τη δυνατότητα να πηγαίνει συνέχεια σε ακριβά και αλλά εστιατόρια αλλά όσοι το θεωρούν τρόπο διασκέδασης, θα το συνεχίσουν. Έστω και μία φορά το τρίμηνο θα πηγαίνουν.
Πιστεύεις ότι μέρος του κόσμου το κάνει και για να επιδεικνύεται;
Αυτό πια δεν γίνεται. Ο κόσμος είναι συνειδητοποιημένος για το που θα δώσει τα λεφτά του. Τώρα πια θα πληρώσει ή την εμπειρία του ακριβού και καλού ή τις υπηρεσίες κάποιου σουβλατζίδικου για να χορτάσει.
Εσύ πιο από τα δύο είδη κουζίνας προτιμάς; Από τη μία σε βλέπουμε στο «Πρωινό mou» να μαγειρεύεις με φτηνά υλικά, από την άλλη σε συναντάμε στο «Avenue bistro».
Έχω δύο σεφ μέσα μου (γέλια). Είναι δύο τελείως διαφορετικά πράγματα τα οποία αγαπώ εξίσου. Το «Avenue», έχει γαλλική κουζίνα, μαγειρεύω από σουφλέ και πάπια πορτοκάλι μέχρι σαλιγκάρια. Στην εκπομπή, δεν μπορώ να προτείνω αυτά τα πιάτα στις νοικοκυρές. Δεν τα κάνω ούτε εγώ στο σπίτι μου. Εκεί, δείχνω απλές, γρήγορες και οικονομικές συνταγές.
Τον Άκη θα τον πετύχουμε στο ακριβό εστιατόριο ή στα ταβερνάκια;
Και στα δύο. Στο πρώτο θα πάω πια μία φορά στο τόσο. Για ρετσίνα και ντάκο με τους φίλους μου, μπορεί και κάθε εβδομάδα.
Ο Michel Roux είναι ένας από τους πιο διακεκριμένους σεφ παγκοσμίως, βραβευμένος με τρία αστέρια Michelin. Πώς αισθάνεσαι για τη συνεργασία σου μαζί του;
Είναι η μεγαλύτερη που κάνει αυτή τη στιγμή κάποιος Έλληνας με σεφ του εξωτερικού.
Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου;
Είμαι 29 ετών και μέχρι πριν δύο χρόνια άλλαζα κάθε εξάμηνο δουλειά και χώρα. Οπότε δεν κάνω σχέδια!
Δικός σου εστιατόριο σκέφτεσαι να ανοίξεις;
Πρώτον δεν έχω την οικονομική δυνατότητα. Δεύτερον, όταν γίνεσαι επιχειρηματίας, σταματάς να μαγειρεύεις. Εμένα η κουζίνα είναι το μέρος μου, εκεί θέλω να βρίσκομαι.
Who is who
• Ο Άκης Πετρετζίκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη.
• Από τότε που θυμάται τον εαυτό του ήθελε να γίνει επαγγελματίας μάγειρας.
• Πρώτα όμως, έκανε το χατίρι της μητέρας του και σπούδασε λογιστική.
• Ολοκληρώνοντας τις σπουδές του, μετακόμιζε συνέχεια σε διαφορετικές πόλεις της Ελλάδας για να μάθει τοπικές συνταγές και να γευτεί παραδοσιακές κουζίνες.
• Στη συνέχεια φοίτησε σε αθηναϊκή σχολή μαγειρικής ενώ δούλευε παράλληλα στην παμπ «James Joyce».
• Λίγο αργότερα, έφυγε στο Λονδίνο όπου εργάστηκε για μερικά από τα καλύτερα εστιατόρια αλλά και στην κουζίνα του πεντάστερου ξενοδοχείου «The Goring».
• Αποφάσισε όμως να επιστρέψει για να δηλώσει συμμετοχή στο πρώτο ελληνικό «MasterChef».
• Μετά τη νίκη του, ακολούθησαν σημαντικές συνεργασίες όπως αυτή με το εστιατόριο «Dali».
• Αυτή την περίοδο τον συναντάμε με τον παγκοσμίου φήμης σεφ Michel Roux στο ολοκαίνουριο bistro-bar του ξενοδοχείου Metropolitan, το «Avenue».
Κάτια Μηλιαράκη