Η αλήθεια της Ιόλης Ανδρεάδη
Το όνομά της έχει μπει δυναμικά τα τελευταία χρόνια στο θεατρικό χάρτη της χώρας, αφού γράφει, διασκευάζει και σκηνοθετεί έργα που γνωρίζουν επιτυχία εντός κι εκτός Ελλάδας. Είναι απόφοιτος του Θεάτρου Τέχνης Καρόλου Κουν, του τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτοχος Μεταπτυχιακού στην Πολιτιστική Διαχείριση στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, σπούδασε σκηνοθεσία στη RADA και ολοκλήρωσε τη διδακτορική της διατριβή γύρω από το Θέατρο και την Τελετουργία στο King’s College London, ενώ είναι και δασκάλα yoga. Αυτή την περίοδο σκηνοθετεί τον «Μισάνθρωπο» και μας μιλά για τη δική της πραγματικότητα και την έμπνευση που αντλεί από τη θεατρικότητα της κοινωνίας για την πιο πικρή κωμωδία του Μολιέρου.
- Γράφεις, σκηνοθετείς, διδάσκεις, ταξιδεύεις, είσαι yoga teacher. Υπάρχει χρόνος τελικά για όλα στη ζωή μας;
Ναι, πιστεύω πως υπάρχει χρόνος για πολλά πράγματα – μέσα σε αυτό τον περιορισμένο χρόνο που έχει δοθεί σε κάθε άνθρωπο. Βασική προϋπόθεση είναι βέβαια η υγεία, αλλά και το να ζυγίζει κανείς μέσα του τι χωράει τελικά κάθε φορά. Βοηθάει και ο σωστός προγραμματισμός και τα ειλικρινά συναισθήματα απέναντι στα πράγματα. Να κάνεις δηλαδή αυτά που πραγματικά θες.
- Μέσα από ένα πολύ πλούσιο βιογραφικό, αρκετά χρόνια στο εξωτερικό (Λονδίνο, Νέα Υόρκη) και έντονη δημιουργία στην Ελλάδα, τι θα έλεγες ότι σε κάνει ευτυχισμένη;
Με κάνουν ευτυχισμένη οι στιγμές που μια καλλιτεχνική ιδέα ή μια προσωπική πρόθεση πραγματοποιείται. Ακόμη, οι στιγμές που έχω την αίσθηση ότι ένας δρόμος που έχω ακολουθήσει είναι ο κατάλληλος για μένα.
- Εκφράζεσαι με τον ίδιο τρόπο όταν σκηνοθετείς εκτός Ελλάδος;
Ναι και όχι. «Ναι» γιατί πάντα προσπαθώ να επικοινωνήσω κάτι πηγαίο και όχι κάτι που φαντάζομαι ότι θα είναι αποδεκτό από το εκάστοτε κοινό. «Όχι» γιατί εκτός Ελλάδος δίνω μια έμφαση παραπάνω στα εξω-λεκτικά στοιχεία, στην κίνηση, στις «ατμόσφαιρες», στη σωματική αναπαράσταση κάποιων πραγμάτων, μια που το θέατρο λόγου δεν απαιτεί απλώς την άριστη γνώση μιας γλώσσας, αλλά και το να «νιώθει» κανείς αυτή τη γλώσσα που χρησιμοποιεί με κάθε κύτταρό του, να τη συνδέει με βιώματα, με αναμνήσεις, με επιθυμίες, με πράγματα πολύ κοντινά του.
- Τι ήταν αυτό που σε γύρισε στην Ελλάδα;
Μια βαθιά επιλογή.
- Πώς προσεγγίζεις την πιο πικρή κωμωδία του Μολιέρου, «Ο Μισάνθρωπος»;
Αρχικά, ως κωμωδία. Με τον τρόπο που αντιλαμβάνομαι εγώ την κωμωδία, ο οποίος έχει να κάνει αρκετά με τα gags, τις κωμικές αυτές στιγμούλες που συναντάμε στην καθημερινότητά μας, στις ταινίες και στα κινούμενα σχέδια. Δεύτερον, ως μια κωμωδία ερωτική, η οποία μπορεί να βιωθεί και ως τραγωδία από όσους συμμετέχουν σε αυτή. Τρίτον, ως μια πνευματώδη κριτική της κοινωνίας και των μηχανισμών που την αποτελούν και, αρκετά συχνά, εμποδίζουν τους ανθρώπους να επικοινωνήσουν ουσιαστικά μεταξύ τους.
- Στη ζωή σου προτιμάς την αλήθεια με όποιο κόστος ή πιστεύεις ότι δεν χρειάζεται να την αναζητούμε πάντα;
Προσωπικά πιστεύω πως η αλήθεια έρχεται και σε βρίσκει εκείνη και πως ίσως δε χρειάζεται να την αναζητούμε εμμονικά.
- Πώς αντιλαμβάνεσαι τη θεατρικότητα στην ελληνική κοινωνία; Κάνουμε τα πάντα για τις εντυπώσεις;
Κάνουμε πολλά για τις εντυπώσεις-αλλά και για να υπερασπιστούμε κενούς τίτλους και χαρακτηρισμούς άνευ ουσίας, τους οποίους δεν υποστηρίζουμε με τις καθημερινές κινήσεις μας. Με μια κεκτημένη ταχύτητα, χωρίς να σταθούμε για μια στιγμή να σκεφτούμε. Το να κυνηγά κανείς τις εντυπώσεις βέβαια δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Χθες για παράδειγμα είδα την ταινία “Lady Bird”, η οποία μου θύμισε τις διάφορες -παγκόσμιες- εκφάνσεις του «δήθεν» και της προσπάθειας να γίνει κανείς αποδεκτός από τον κοινωνικό του περίγυρο.
- Έχεις πιάσει τον εαυτό σου να προσπαθείς να κερδίσεις μία καλή θέση στα μάτια των άλλων;
Ναι. Αλλά προσπαθώ πολύ, τις φορές που αυτό συμβαίνει, να μην καταλαμβάνει τόσο χώρο ώστε να χάνεται ο πραγματικός στόχος, το πραγματικό ζητούμενο, που ασφαλώς δεν είναι μια φαινομενική αποδοχή λόγω συγκυριών, αλλά μια ουσιαστική αλληλο-εκτίμηση η οποία να βασίζεται σε κοινά πιστεύω, εμπειρίες και κουβέντες.